Ο βίος καθίσταται πλήρης μόχθων και αναφύεται εις τον άνθρωπον το αίσθημα ότι επ’ αυτού βαρύνει η κατάρα και η οργή του Θεού. Όταν όμως παρέλθουν αι δοκιμασίαι αύται, τότε θα ίδη ότι η θαυμαστή πρόνοια του Θεού εφύλαττεν αυτόν προσεκτικώς εν πάσαις ταις οδοίς αυτού.

Πείρα χιλιετής παραδιδομένη από γενεάς εις γενεάν, μαρτυρεί ότι, όταν ο Θεός βλέπη την εις Αυτόν πίστιν της ψυχής του αγωνιστού, ως είδε την πίστιν του Ιώβ, τότε θα οδηγήση αυτόν εις απροσίτους δι’ οιονδήποτε άλλον αβύσσους και απροσπέλαστα ύψη. Όσον πληρεστέρα και ισχυροτέρα η πίστις και η εμπιστοσύνη του ανθρώπου προς τον Θεόν, τοσούτον μεγαλύτερον και το μέτρον των δοκιμασιών και το πλήρωμα της πείρας, ήτις δύναται να φθάση εις ύψιστον βαθμόν. Τότε γίνεται καταφανής η προσέγγισις εκείνων των ορίων πέραν των οποίων ο άνθρωπος αδυνατεί να προχωρήση.

Όσον ο άνθρωπος κατέχεται υπό της υπερηφανίας υποβάλλεται εις τας επιθυμίας της ιδιαιτέρως οδυνηράς απελπισίας, ήτις παραμορφοί πάσας τας περί του Θεού και των οδών της προνοίας Αυτού παραστάσεις. Η υπερήφανος ψυχή ερριμένη εις τα ερέβη του άδου θεωρεί υπεύθυνον των βασάνων αυτής τον Θεόν και σκέπτεται Αυτόν ως αμέτρως σκληρόν. Εστερημένη της πραγματικής εν Θεώ υπάρξεως, ερμηνεύει τα πάντα δια της ενωδύνου αυτής καταστάσεως και άρχεται να μισή και την ζωήν αυτής και γενικώς πάσαν την ύπαρξιν του κόσμου. Μένουσα εκτός του Θείου φωτός, φθάνει εν τη απογνώσει αυτής μέχρι τοιούτου σημείου ώστε και η ύπαρξις του Ιδίου του Θεού αρχίζει να παρουσιάζηται εις αυτήν ως άπελπις παραλογισμός, ένεκα του οποίου η απώθησις του Θεού και το μίσος προς πάσαν ύπαρξιν συνεχώς αυξάνουν…