Συνηθισμένος ὁ βλάκας νὰ ‘σκέφτεται’ ὄχι μὲ τὸν νοητικὸ μηχανισμό, ἀλλὰ μὲ χονδροειδεῖς ἔξωθεν ἐντυπώσεις, δὲν ἐρευνάει τὶς αἰτιοκρατικὲς σχέσεις, ἀλλὰ περιορίζεται στὸ γεγονὸς μιᾶς ἐπιτυχοῦς ἀπάτης, γεγονὸς ἀπὸ τὸ ὁποῖο καὶ μόνο συνάγει τὴν βλακεία τοῦ θύματος καὶ τὴν εὐφυΐα τοῦ ἀπατεῶνα.

Ὅτι ὅμως ἡ εὐπιστία τοῦ θύματος ἀποτελεῖ βλακεία, εἶναι ἀληθινὸ μνημεῖο βλακικῆς ‘διάνοιας’ καὶ πολιτιστικῆς ὑποστάθμης. Διότι ἡ εὐπιστία ἑνὸς ἀτόμου, ὡς προϋποθέτουσα τὰ ἄλλα ἄτομα ὡς ἔντιμα εἶναι ἀσφαλῶς τὸ μέγιστο τεκμήριο τῆς πνευματικῆς του ἀνάπτυξης καὶ τοῦ πολιτισμοῦ του... Ὁ τελευταῖος τῶν βλακῶν θὰ ἠδύνατο νὰ ἐξαπατήσει ἕνα Κὰντ ἢ ἕνα Μπετόβεν καὶ ὁ τελευταῖος τῶν Ἑλλήνων ἕναν Εὐρωπαῖο…

Ἡ βλακεία δὲν εἶναι μόνο νόσος, ὅπως συμβαίνει στὶς σπανιώτερες περιπτώσεις, ἀλλὰ καὶ φυσικὴ κατάσταση ὁρισμένων ἀτόμων, ὅπως συμβαίνει συχνότερα. Ὁ βλάκας μὲ τὴν ἔννοια αὐτὴ [τῆς φυσικῆς κατάστασης] μοιάζει μὲ τὸ ζῶο καὶ τὸν πρωτόγονο ἄνθρωπο, γιατὶ ἔχει εἰδικὴ ἔλλειψη δυνατότητος νὰ σχηματίζει ἀφηρημένες ἔννοιες — καὶ εἶναι γνωστὸ ὅτι ὅσο πιὸ πολιτισμένος εἶναι ὁ ἄνθρωπος τόσο περισσότερο σκέφτεται μὲ ἀφηρημένες ἔννοιες.