Στὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία δεσπόζουν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὣς τὸ τέλος δύο εἴδη προβλημάτων: Πρωτίστως καὶ κυρίως τίθεται τὸ ἐρώτημα γιὰ τὸ “ὅλο”. Ἡ φιλοσοφία προσπαθεῖ νὰ ἐννοήσει τὸ πλῆθος τῶν δεδομένων πραγμάτων ὡς μιὰ ὁλότητα, ἐννοώντας μὲ αὐτὸ ὅτι πρέπει κανεὶς νὰ μπορεῖ νὰ ἀνακαλύπτει μέσα στὰ πράγματα μιὰ ἔλλογα τακτοποιημένη συνάφεια…

Ἐφόσον πρόκειται γιὰ τὴν περιοχὴ τῶν ἀντικειμένων, τὸ σύστημα αὐτὸ ξεδιπλώνεται στὸν χρόνο καὶ τὸν χῶρο. Ἐφόσον πρόκειται γιὰ τὶς ἀξίες, ἔχουμε νὰ κάνουμε μιὰ πνευματικὴ ἱεραρχία.

Ἂς προχωρήσουμε ἀκόμη ἕνα βῆμα. Στὴν κατηγορία τοῦ χρόνου ἡ ἑλληνικὴ φιλοσοφία ἐρωτᾶ ποιὰ ἦταν ἡ ἀρχὴ καὶ τί ὑπῆρχε ἤδη ἀπὸ τὴν ἀρχή. Προσπαθεῖ νὰ δείξει καθαρὰ τὴν πορεία ἀπὸ τὸ ξεκίνημα ἴσαμε τὸν σημερινό, διαφοροποιημένο, κόσμο ὡς μιὰ κατὰ κάποιον τρόπο γενεαλογικὴ διαδικασία.

Στὴν κατηγορία τοῦ χώρου ἐννοεῖ τὸν κόσμο ὡς ἕνα ἑνιαῖο σῶμα ποὺ συγκρατεῖται μέσα σὲ καθορισμένα ὅρια. Ἐσωτερικὰ ὁ κόσμος αὐτὸς εἶναι ὀργανωμένος ὅπως ἕνα καλλιτέχνημα ἢ ὅπως ἕνας ζωντανὸς ὀργανισμός….

Προφανῶς εἶναι τρεῖς οἱ ἔννοιες, στὶς ὁποῖες ἡ φιλοσοφία ἐπανέρχεται διαρκῶς: Ἡ ἔννοια τοῦ ὅλου ἐν γένει, ἐκείνη τῆς τάξης καὶ ἐκείνη τῆς πρωταρχῆς. Οἱ ἔννοιες αὐτὲς κατευθύνουν τὴ φιλοσοφικὴ ἐρώτηση γιὰ τὴν ὑφὴ τῆς πραγματικότητας.