Ἡ Κλέφτρα τῶν Βιβλίων (The Book Thief), ταινία ὑποβλητικοῦ ρυθμοῦ καὶ ἄριστων ἑρμηνειῶν, χρησιμοποιεῖ τὴν ναζιστικὴ ἐμπειρία γιὰ νὰ ὑμνήσει τὴν διαφορὰ ἀνάμεσα στὴν ἔνταση τῆς ζωῆς καὶ στὴν ἔνταση τοῦ μίσους.

Καταλυτική, γι’ αὐτὸ βρίσκεται στὸν τίτλο, ἡ ἀξία τῶν βιβλίων. Δὲν ἀκούγεται πρώτη φορά, ἀκόμη καὶ στὴν μορφὴ ταινίας, ἡ ταυτολογία ὅτι φασιστικῆς νοοδομῆς ἄτομα ἐχθρεύονται πάνω ἀπ’ ὅλα τὴν ἐλευθερία τοῦ λόγου καὶ τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν λόγο. Κάθε φορὰ ποὺ ἐπαναλαμβάνεται αὐτό, ἂς ἐλπίζουμε νὰ μὴν εἶναι ἡ τελευταία.

Ἡ σκέψη ποτὲ δὲν ὑπῆρξε κάτι αὐτονόητο ἢ δεδομένο καὶ δὲν ἀντλεῖ μικρὴ ὁρμὴ ἀπὸ τὸν πολιτισμὸ ποὺ θεμελιώνεται στὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία καὶ τὴν χριστιανικὴ πίστη. Τὸ κάψιμο τῶν βιβλίων ἀπὸ τοὺς ναζὶ ἐπισφραγίζει τὴν ἀντίθεση τῆς βαρβαρότητας πρὸς τὸν Ἑλληνισμό, εἶναι ἡ κυριαρχία τῆς σκληρότητας καὶ τοῦ μίσους.

Τέτοιες ταινίες, γνωστὲς καὶ ὡς ταινίες ‘ἐνηλικίωσης,’ φτιάχνονται σὰν μαρτυρίες, μέσα ἀπὸ ποιὲς περιπέτειες ὁ ἥρωας μυεῖται στὴν πραγματικότητα καὶ γνωρίζει τὸν ἑαυτό του. Τὸ κοριτσάκι ποὺ πρωταγωνιστεῖ, ἡ Λῆζελ, ἀνακαλύπτει ταυτόχρονα τὴν γραφή, τὴν ἀνάγνωση, τὴν προσωπικότητα καὶ τὸν ἔρωτα, στὸ Ἕνα λόγου καὶ ἐλευθερίας καταλαβαίνοντας τί ἔχει πραγματικὴ ἀξία καὶ πόσο ξένο γιὰ τὴν στεγνὴ καὶ χυδαία ψυχὴ ποὺ ἁπλώνεται γύρω της.