Τοῦ πατέρα σου, ὅταν ἔλθης,
Δὲ θὰ ἰδῇς παρὰ τὸν τάφο·
Εἶμαι ὀμπρός του, καὶ σοῦ γράφω,
Μέρα πρώτη τοῦ Μαϊοῦ.

Θὰ σπορπήσουμε τὸ Μάη
Πάνου στ´ ἄκακα τὰ στήθη,
Γιατὶ ἀπόψε ἀποκοιμήθη
Εἶς τὸν ὕπνο τοῦ Χριστοῦ.

Ἦταν ἤσυχος κι´ ἀκίνητος
Ὣς τὴν ὕστερη τὴν ὥρα,
Καθὼς φαίνεται καὶ τώρα
Ποὺ τὸν ἄφησε ἡ ψυχή.

Μόνον, μία στιγμὴ πρὶν φύγῃ
Τ´ Οὐρανοῦ κατὰ τὰ μέρη,
Ἀργοκίνησε τὸ χέρι,
Ἴσως γιὰ νὰ σ´ εὐχηθῇ.