14.

Ἄλλος
Τὰ μάτια της ἀστράψανε
τοῦ τάφου ἀπὸ τὴν κλίνη.
κοίτα, πετιέται ὁλόχαρη
καὶ μὲς στὸ λάκκο ἀφήνει
τοὺς μόσχους τοῦ Μαϊάπριλου
ποὺ δὲν ὑπάρχει πλιό!

15.

Ὅλοι οἱ Ἄγγελοι
Τὰ μάτια της ἀστράψανε
τοῦ τάφου ἀπὸ τὴν κλίνη.
κοίτα, πετιέται ὁλόχαρη
καὶ μὲς στὸ λάκκο ἀφήνει
τοὺς μόσχους τοῦ Μαϊάπριλου
ποὺ δὲν ὑπάρχει πλιό!

Ἄγγελοι κατεβαίνουν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ γιὰ νὰ χαιρετήσουν τὴν κόρη ποὺ ἀσπάζεται τὸ μοναχικὸ βίο. «… (Ὁ Σολωμός) ἐδυνήθηκε, σιμὰ εἰς τὴν ἁγνότητα τῆς παρθενίας, πλαστικῶς νὰ παραστήσῃ τὰ πλέον μυστηριώδη νοήματα τοῦ Χριστιανισμοῦ, τὴν θείαν ἀγάπη τοῦ Θεανθρώπου πρὸς τὸ πλάσμα Του, εἰς τὴν ἀρχέτυπη χαριτωμένη εἰκόνα τῆς νεκρωμένης Νύμφης τοῦ Χριστοῦ, τὴν Πλάσι, μυστήριο, τοῦ ὁποίου ὁ χριστιανὸς ποιητὴς ἀντιπαραθέτει ὡς ἐξήγησι τὸ ἄλλο μυστήριο, τὴν Ἀνάστασι, …» (Ἰάκωβος Πολυλᾶς)