7.

Ἄλλος
Ὁ κόσμος ἐρωτεύτηκε
στὰ μάτια, στὴ φωνή σου,
τὰ μελετάει συχνότατα,
κι ἡ ἀγγελικὴ ψυχή σου
φωνὴ καὶ μάτια ἐγύρισε
κατὰ τὸν Οὐρανό.

8.

Ἄλλος
Ὁ Πλάστης κατ᾿ εἰκόνα του
τὸν ἄνθρωπο ἐποιοῦσε.
Ἄλλος
Μὲς στὰ κρυφία τῆς γνώσης του
τὴ Χτίση ἐμελετοῦσε,
γιὰ νά ῾ναι τοῦ λιγόζωου
ἀνθρώπου ἡ κατοικιά.

9.

Ἄλλος
Ἀπάνου ἀπάνου ἐχύθηκε
στὴν Ἄβυσσο ποὺ ἐσειότουν
καὶ μὲ τρομάρα ἐμούγκριζε,
κι αὐτὶ δὲν ἐσωζότουν.
ὁ Πλάστης ὁλομόναχος
ἀγρίκαε μὲ χαρά.

10.

Ἄλλος
Ἔρως καὶ Χάρος πάντοτε
δουλεύουν ἐδῶ κάτου,
ὥσπου ὁ Καιρὸς ὁ γέροντας
νὰ χάσει τὰ φτερά του.
Ἄλλος
Φριχτή ῾ναι ἡ ὥρα ποὺ ἄνθρωπος
βαριὰ ψυχομαχᾶ.

11.

Ἄλλος
Μὴ φοβηθεῖς νά ῾σ᾿ ἔρημη
τότε ἀπὸ κάθε μάτι.
ἰδοὺ ὁ Χριστὸς ποὺ γέρνοντας
στοῦ πόνου τὸ κρεβάτι
σοῦ σιάζει τὸ προσκέφαλο
καὶ σὲ παρηγορᾷ.

12.

Ἄλλος
Εὐτυχισμένο λείψανο,
θέλει σοῦ δώσει πάλι
τὸν ἀρραβώνα ὁ ἴδιος
ὁποῦ σοῦ πῆρε ἀγάλι
τὴν ὥρα ποὺ ἀπομείνανε
τὰ στήθια σου νεκρά.

13.

Ἄλλος
Τὰ κόκαλα ἐβαρέθηκαν,
στὸ μνῆμα καρτερώντας
καὶ τρίζουνε ἀκατάπαυτα
τὴν Κρίση ἀναζητώντας.
Ἄλλος
Ξύπνα, ἀδελφή! Τὴ Σάλπιγγα
τὴν ὕστερη ἀγρικῶ.