Κατ᾿ ἀρχάς, ἀφοῦ ἦταν ἀφιερωμένες, δὲν ὑπῆρχε θέμα. Ἂν σκέφτονταν νὰ παντρευτοῦν, τότε θὰ πείραζε. Ἀλλὰ καὶ νὰ σκέφτονταν νὰ δημιουργήσουν οἰκογένεια, πάλι ἔπρεπε νὰ κάνουν μιὰ θυσία σὰν πνευματικοὶ ἄνθρωποι ποὺ ἦταν. Κανονικά, ἔπρεπε νὰ μαλώνουν ποιά νὰ πάη. Καὶ τελικά, ἔτρεξε νὰ βοηθήση τὸν γιατρὸ μιὰ ἄλλη, ποὺ οὔτε πνευματικὰ ζοῦσε, ἀλλὰ καὶ σκεφτόταν νὰ παντρευτῆ, γιατὶ λυπήθηκε τὸ παιδάκι.
Καὶ τὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλα εἶναι ποὺ τέτοιους ἀνθρώπους δὲν τοὺς πειράζει γι᾿ αὐτὸ ἡ συνείδηση, γιατὶ λένε: «Αὐτὰ δὲν εἶναι γιὰ μᾶς. Ἐμεῖς εἴμαστε γιὰ τὰ πνευματικά». Μπορεῖ μάλιστα νὰ ἔχουν τὸν λογισμό: «ἐκεῖνον τὸν ἀναπαύει νὰ θυσιάζεται κι ἐμένα μὲ ἀναπαύει νὰ ἔχω τὴν ἡσυχία μου…», καὶ καμμιὰ φορὰ νὰ τὸν κατακρίνουν κιόλας καὶ νὰ λένε ὅτι δὲν ἔχει πνευματικὴ κατάσταση. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς ἀναπαύεται ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἡ ἀρχοντιά, τὸ πνεῦμα τῆς θυσίας, τὸ ἀθόρυβο, ἡ ἀφάνεια.