Σύμφωνα μὲ τὸν συγγραφέα, ἡ ἀναπαραγωγικὴ καὶ ἡ σεξουαλικὴ λειτουργία εἶναι ἀδιάζευκτες, πρόκειται γιὰ τὴν «μόνη διπλὴ λειτουργία τοῦ ἀνθρώπινου σώματος», μὲ κοινὰ ὄργανα. Ἀμέσως μετὰ ἡ ἰσοτιμία αὐτὴ τῆς διπλῆς λειτουργίας τῶν κοινῶν ὀργάνων καταρρέει, ὑπὸ τὸν αὐθαίρετο ἰσχυρισμὸ πὼς «ἡ σεξουαλικὴ ἱκανοποίηση εἶναι κομμάτι τῆς ἀναπαραγωγικῆς διαδικασίας καὶ ἐκφράζεται μέσω τῶν ἀναπαραγωγικῶν ὀργάνων».

Πουθενὰ στὴν ἁγία Γραφὴ δὲν δηλώνεται πὼς ἡ σεξουαλικὴ ὁρμὴ ὑπάρχει μὲ σκοπὸ τὴν τεκνοποιΐα. Τὸ ἀντίθετο, δηλαδὴ ὅτι ἡ τεκνοποιΐα εἶναι μᾶλλον παρενέργεια τῆς σεξουαλικῆς συνεύρευσης, φαίνεται πιὸ πιθανό, γιὰ παράδειγμα στὸν Ἀπόστολο, ὁ ὁποῖος ἐγκρίνει τὸν γάμο γιὰ τὴν ἀγάπη μεταξὺ τῶν δύο ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν τεκνοποιΐα, καὶ μαζὶ ὡς τρόπο ἱκανοποιήσεως τῆς σεξουαλικῆς ὁρμῆς μὲ ἀποφυγὴ τῆς πορνείας.

Διαβάζω ἔπειτα πὼς «τὴ στιγμὴ ποὺ [οἱ σύζυγοι] ἀντιπροσφέρουν τὰ γεννητικὰ κύτταρά τους, χάνουν καὶ τὸ αὐτεξούσιό τους, διότι χαρίζουν ἀπ’ αὐτὸ στὸν ἄνθρωπο ποὺ ἐνδεχομένως θὰ προέλθει ἀπὸ τὴ συγκεκριμένη σχέση τους»! Ὅμως οἱ σύζυγοι δὲν μποροῦν νὰ προσφέρουν τὴν ἐξουσία τους σὲ ἀφηρημένο ἐνδεχόμενο, οὔτε κἂν στὴν πραγματικὴ ὕπαρξη τοῦ παιδιοῦ τους — τὴν ἐξουσία πού, ὑποτίθεται, ἔχουν ἤδη χάσει στὴν μεταξύ τους σχέση ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν τεκνοποιΐα, ἐφόσον ὁ ἄνδρας δὲν ἐξουσιάζει τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ ἡ γυναίκα, καὶ ἀντίστοιχα ἡ γυναίκα δὲν ἐξουσιάζει τὸν ἑαυτό της, ἀλλὰ ὁ ἄνδρας.