Τὸ ἴδιο φαίνεται καὶ ἀλλιῶς, σὲ παρόμοιας μυωπίας ἐπίδοση τῆς ἑλληνικῆς πολιτικῆς, τὴν ὁποία ἐπίσης θὰ ἐπιδοκίμαζε ὁ Λούτουακ, τὴν ἔνταξη τοῦ κόκκινου φασισμοῦ στὶς δυνάμεις τοῦ κοινοβουλίου, μειώνοντας ἔτσι τὴν ‘ἐπαναστατική’ του αἴγλη, ἐμφανίζοντάς τον στὴν πράξη ‘συμβιβασμένο,’ ταυτόχρονα ἐκθέτοντας τὶς ἀπόψεις του στὴν μεγαλύτερη δυνατὴ δημοσιότητα, ἀπ’ ὅπου διὰ μόνης τῆς γελειότητός τους διασύρονται. Χρειάζεται ὅμως νὰ σκεφτεῖ κανεὶς ἂν πράγματι δικαιολογεῖται ἀποδοχὴ στὸ κοινοβούλιο ὅσων προσπαθοῦν νὰ ἐκμεταλλεύονται ἀκόμη καὶ τὸ κοινοβούλιο γιὰ νὰ καταργήσουν τὸν πολυκομματισμό.

Τὸ γνωστὸ ἀπόφθεγμα τοῦ Βολταίρου δὲν ἐπιζητεῖ παραλογισμό, ἀλλὰ τὸ ἀντίθετο, ἀνοχὴ ἐφόσον τὸ διάφορο ἔχει τὴν ἴδια διάθεση καὶ δὲν ἐπιδιώκει τὴν δική του βίαιη ἐπικράτηση. Εἶναι ἄλλο νὰ μὴ διώκεις, φυλακίζεις καὶ φιμώνεις τὸν κόκκινο φασισμό, τελείως ἄλλο νὰ τὸν ἐγκαθιστᾶς στὸ ἴδιο τὸ πολυκομματικὸ σύστημα, ὑποστηρίζοντας ἔτσι ἰδεολογικὴ σύγχυση, παρουσιάζοντας ὡς ἐναλλακτικὴ μία πρόταση ποὺ καταργεῖ τὴν ἴδια τὴν δυνατότητα ἐναλλακτικῶν προτάσεων. Τὸ κράτος τοῦ δήμου ἐνδέχεται νὰ ὁδηγηθεῖ στὸν φασισμό, ὅμως τὸ κοινοβούλιο δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ προσκαλεῖ στὴν ἐξουσία τοὺς διῶκτες του, γιατὶ ὅσο ἀποτελεσματικὸ ἂν εἶναι στὰ δικά του μέτρα τὸ ‘ἡμέρωμα τῆς στρίγγλας,’ δὲν ἀναπληρώνει τὴν κακοποίηση τῆς κοινωνικῆς νοημοσύνης, τὴν ἐξάπλωση χυδαιότητας, τὴν ὑπονόμευση τῶν κριτηρίων καὶ περιφρόνηση τῆς συγκρότησης καὶ συνέπειας.