Οἱ σύντομες, ἀνέκδοτες ἀπὸ τὸν ἴδιο, σημειώσεις τοῦ Καστοριάδη γιὰ τὸν ποιητικὸ λόγο (“Ἐκφραστικὰ μέσα τῆς ποιήσεως. Μερικὲς σημειώσεις,” μτφρ. Κ. Σπαντιδάκης, Νέα Ἐστία, τ. 1722, Ἀθήνα 2000, σ. 527 κ.ἑ.) ἀρχίζουν μὲ ἕνα σχόλιο γιὰ τὸ ποίημα τῆς Σαπφοῦς, δέδυκε μὲν ἀ Σελάννα καὶ Πληΐαδες· μέσαι δὲ νύκτες, παρὰ δ’ ἔρχετ’ ὥρα, ἔγω δὲ μόνα κατεύδω (PMG 168b v).

Ἂν κι ἔχοντας ἀβέβαιη προέλευση, ἀκόμη καὶ ἔκταση, τὸ ποίημα “γοήτεψε ἐπὶ αἰῶνες τοὺς ἀνθρώπους,” πληροφορεῖ ὁ Σκιαδᾶς, εἶναι “τὸ πιὸ γνωστὸ ποίημα τῆς ἀρχαϊκῆς λυρικῆς ποιήσεως” (Ἀρχαϊκὸς Λυρισμός, τ. 2, Ἀθήνα 1981, σ. 224). Ὁ Σκιαδᾶς τὸ δέχεται γιὰ γνήσιο, ὄχι μὲ ἀκλόνητα ἐπιχειρήματα (“ἡ ἔκφραση μοιάζει μὲ ἄλλα ποιήματά της, ὁ τόνος […] φανερώνει ἕνα παράπονο καὶ μιὰ διακριτικὴ πίκρα — κάτι παρόμοιο μὲ κεῖνο ποὺ συναντᾶμε στὰ ἀποσπάσματα”), ὅμως τὸ ζήτημα τῆς γνησιότητας δὲν ἔχει μεγάλη ἀξία γιὰ ὅσα σκεφτόμαστε τώρα.

Σελήνη δυσε καὶ ἡ Πούλια· εναι μεσάνυχτα, ρα περν, κι γ κοιμμαι μόνη.” Σύμφωνα μὲ τὸν Καστοριάδη ἡ ἀπόδοση αὐτὴ ἀφήνει στὴν σκιὰ τὶς σημασίες τῆς ὡριμότητας / ἀκμῆς καὶ τῆς ἐποχῆς. Τὴν σημασία τῆς ἐποχῆς τονίζει ἡ πρὶν ἀπὸ τὰ μεσάνυχτα δύση τῶν Πληιάδων, ἡ ὁποία συμβαίνει τὴν Ἄνοιξη. “Ἡ κορύφωση τῆς ἔντασης τοῦ ποιήματος εἶναι ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ λέξη [ἡ ὥρα], ποὺ συνδυάζει περισσότερες τῆς μίας σημασίες […] τὴν ἐποχὴ τοῦ ἔτους, τὴν ἄνοιξη — τὸ νέο ξεκίνημα τοῦ χρόνου μετὰ τὸν χειμώνα, τὴν ἐποχὴ τῶν ἐρώτων —, τὴν ὥρα ποὺ παρέρχεται καὶ τὴ νεότητα τῆς Σαπφοῦς ποὺ μάταια ἀναλώνεται, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει κανεὶς στὸ κρεβάτι της.”